ιξώδες

ιξώδες
Η αντίσταση που προβάλλεται στη σχετική κίνηση των διαφόρων στρωμάτων ενός ρευστού ως προς κάποια άλλα. Ονομάζεται και εσωτερική τριβή ενός ρευστού. Προκειμένου να αποδειχθεί η ύπαρξη του ι. και οι διαφορετικές τιμές του σε διάφορα ρευστά, μπορεί να χρησιμοποιηθεί μία σφαίρα κρεμασμένη από μία κλωστή, έτσι ώστε να μπορεί να εκτελεί περιστροφική ταλάντωση γύρω από τον άξονα που διέρχεται από την κλωστή, όταν αυτή στρίβεται. Στον αέρα οι ταλαντώσεις εξασθενούν αργά, στο νερό πιο γρήγορα και, αν η σφαίρα βυθιστεί σε γλυκερίνη, οι ταλαντώσεις σταματούν σε λιγότερο χρόνο. Αυτό υποδεικνύει ότι το ι. των αερίων είναι μικρό και των ρευστών μεγαλύτερο (ιδιαίτερα το ι. της γλυκερίνης είναι μεγαλύτερο από το ι. του νερού). Στα υγρά το ι. ελαττώνεται με την αύξηση της θερμοκρασίας, ενώ στα αέρια αυξάνεται. Το ι. είναι πολύ υψηλό για τα πλαστικά σώματα (βούτυρο, πίσσα κλπ.). Ο συντελεστής ι., ή εσωτερικής τριβής η, είναι μία σταθερά, η οποία εμφανίζεται στον τύπο που δίνει τη δύναμη τριβής F, η οποία ασκείται σε μία επιφάνεια έκτασης S, η οποία κινείται πάνω σε ένα στρώμα ρευστού πάχους σταθερού h με ταχύτητα v ως προς τον πυθμένα του δοχείου  Αυτή η δύναμη είναι αντίθετη προς την κίνηση της εξεταζόμενης επιφάνειας S και σε αυτήν πρέπει να εφαρμοστεί μία δύναμη ίση και αντίθετη –F, ώστε η επιφάνεια να συνεχίσει να κινείται με ταχύτητα v σταθερή. Ο συντελεστής ι. στο σύστημα SI μετριέται σε  ενώ στο CGS εκφράζεται σε πουάζ (1 πουάζ= ). Το ι. ενός ρευστού, αν συγκριθεί προς το ι. ενός άλλου ρευστού, που θεωρείται πρότυπο, ονομάζεται σχετικό ι. και συμβολίζεται με ρ. Αν λάβουμε ως μονάδα το ι. του νερού σε 20°C, το ι. της ακετόνης προκύπτει 0,33, του υδραργύρου 1,5 και του ελαίου της βαζελίνης 780. H μελέτη του ι. των υγρών έχει ιδιαίτερη σημασία στις έρευνες των λιπαντικών ελαίων. Στην ιατρική μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η μελέτη του ι. του αίματος. Το ι. μετριέται με ιξωδόμετρα, από τα οποία τη μεγαλύτερη πρακτική χρήση έχει το ιξωδόμετρο του Ένγκλερ. ι. αερίου. Στην κινητική θεωρία των αερίων o συντελεστής του δυναμικού ι. η ενός αερίου δίνεται από τον τύπο:  Επειδή το γινόμενο (ρ L) είναι ανεξάρτητο από την πίεση και η μέση ταχύτητα <υ> είναι σχεδόν ανάλογη της τετραγωνικής ρίζας της θερμοκρασίας, στην κινητική θεωρία το δυναμικό ι. ενός αερίου πρέπει να είναι ανεξάρτητο από την πίεση (νόμος του Μάξονες) και να αυξάνεται σχεδόν ανάλογα με την τετραγωνική ρίζα της θερμοκρασίας. Παρ’ όλα αυτά, σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες ο νόμος αυτός παύει να ισχύει και το ι. είναι ανάλογο προς την πίεση, γεγονός που χρησιμοποιείται στην κατασκευή μανόμετρων χαμηλών πιέσεων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ἰξῶδες — ἰξώδης like birdlime masc/fem voc sg ἰξώδης like birdlime neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ένγκλερ, Καρλ Όσβαλντ — (Carl Oswald Engler, Βάισβαϊλ 1842 – Καρλσρούη 1925). Γερμανός χημικός. Το 1876 διορίστηκε καθηγητής στο πολυτεχνείο της Καρλσρούης. Ταξίδεψε πολλές φορές στα Καρπάθια, στο Μπακού, στις ακτές της Ερυθράς θάλασσας, στην Αίγυπτο, στην Παλαιστίνη… …   Dictionary of Greek

  • σιλικόνες — Γενική ονομασία μιας ομάδας οργανο πυριτικών υψηλο πολυμερών ενώσεων η οποία, από άποψη δομής, βασίζεται σ’ ένα σκελετό σχηματισμένο με δεσμούς πυρίτιο οξυγόνο και πυρίτιο άνθρακας. Ανάλογα με τα χρησιμοποιούμενα αρχικά μονομερή και τις συνθήκες… …   Dictionary of Greek

  • ηφαίστειο — Στην πιο απλή του έκφραση, το η. είναι μια σχισμή του φλοιού της Γης που επικοινωνεί με μια βαθιά μαγματική ζώνη. Υπό ορισμένες συνθήκες η σχισμή αυτή επιτρέπει την έξοδο ρευστού ή στερεού υλικού υψηλής θερμοκρασίας. Συνήθως ένα μέρος του υλικού… …   Dictionary of Greek

  • υδροδυναμική — (ή δυναμική των ασυμπίεστων ρευστών). Η υδροδυναμική εξετάζει την κίνηση των υγρών, και ιδιαίτερα του νερού, σε συνδυασμό προς τις δυνάμεις που επενεργούν πάνω σ’ αυτά. Η κίνηση ενός υγρού κατά μήκος ορισμένης διαδρομής, δηλαδή η ροή, υπόκειται… …   Dictionary of Greek

  • θαλάσσιο περιβάλλον — Το μεγαλύτερο σε έκταση και όγκο φυσικό περιβάλλον που υπάρχει στη Γη. Υπερτερεί του χερσαίου περιβάλλοντος όχι μόνο ως προς την έκταση (οι θάλασσες έχουν δυόμισι φορές μεγαλύτερη έκταση από την ξηρά) αλλά και ως προς το πάχος τη βιόσφαιρας,… …   Dictionary of Greek

  • πουάζ — (Poise). Μονάδα μέτρησης του συντελεστή ιξώδους στο σύστημα CGS. Το ιξώδες, ή εσωτερική τριβή, εμφανίζεται ως αντίσταση ενός ρευστού να κινηθεί υπό την επίδραση μιας δύναμης. Λέμε ότι ένα ρευστό έχει ιξώδες 1 π., όταν απαιτείται δύναμη μιας δύνης …   Dictionary of Greek

  • σάλιο — Το προϊόν της έκκρισης των σιαλογόνων αδένων, που χύνεται στο στόμα. Διακρίνεται σε τρία είδη, το παρωτιδικό, χωρίς βλέννα, το υπογνάθιο, που περιέχει λίγη βλέννα και το υπογλώσσιο, που είναι πλούσιο σε βλέννα. Τα τρία αυτά είδη ανακατεύονται στη …   Dictionary of Greek

  • ήλιο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο He. Ανήκει στην ομάδα μηδέν του περιοδικού συστήματος (ομάδα των ευγενών αερίων), έχει ατομικό αριθμό 2, δύο ισότοπα σταθερά (3He και 4He) και ένα ισότοπο ραδιενεργό (6He). Ονομάστηκε έτσι επειδή ανακαλύφθηκε στο ηλιακό …   Dictionary of Greek

  • κολλοειδή — Διαλύματα που χαρακτηρίζουν μία ορισμένη κατάσταση της ύλης, η οποία ορίζεται από την ύπαρξη σωματιδίων με μεγάλη επιφάνεια ανά μονάδα όγκου ή ανά μονάδα μάζας. Ο όρος αυτός αναφέρεται σε οποιαδήποτε ουσία, ανεξάρτητα από τη χημική σύσταση, τη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”